Τα 10 πιο συχνά λάθη που κάνουμε όταν μαθαίνουμε μια ξένη γλώσσα!

Όλοι μας, κατά την προσπάθειά μας να μάθουμε μια ξένη γλώσσα, πέφτουμε ασυνείδητα σε μικρές παγίδες. Πολύ συχνά, νιώθουμε ότι έχουμε «κολλήσει» σ’ ένα συγκεκριμένο στάδιο και δεν μπορούμε να ξεκολλήσουμε, ενώ φαινομενικά δεν έχουμε αλλάξει κάτι στον τρόπο που προσπαθούμε.

Πάμε να δούμε λοιπόν, ποιες είναι αυτές οι αόρατες παγίδες ώστε να τις αποφύγουμε!

 

  1. Δεν βάζουμε στόχους!

 

Είμαστε έτοιμοι, ενθουσιασμένοι, έχουμε βρει έναν καταπληκτικό δάσκαλο, αγοράσαμε τα νέα μας βιβλία και ξεκινάμε τα πρώτα μας μαθήματα! Αν μας ρωτήσει κάποιος για ποιο λόγο αποφασίσαμε να μάθουμε αυτή την ξένη γλώσσα, ο καθένας μας, θα απαντήσει με κάθε λεπτομέρεια ποιος είναι ο απώτερος στόχος του και μέχρι ποιο χρονικό σημείο θα ήθελε να τον κατακτήσει.

Αχ! Μακάρι, αυτή η διάθεση να κρατούσε πάνω από τον πρώτο μήνα! Αφού περάσει αυτό το πρώτο διάστημα, οι περισσότεροι μαθητές, χάνονται μέσα στην αγχωτική και πολύβουη πραγματικότητα και δεν θέτουν μικρούς στόχους σχετικά με το τι μαθαίνουν. Ακολουθούν υπομονετικά τη διαδικασία και τρομοκρατούνται στην ιδέα ενός απλού τεστ.

Αυτό, όμως που πραγματικά θα επιτάχυνε την πρόοδό μας, θα ήταν βάζουμε αρκετά συχνά μικρούς, συγκεκριμένους στόχους εμείς οι ίδιοι στον εαυτό μας. «Από τις 100 νέες λέξεις που συνάντησα αυτό τον μήνα, ξέρω τι σημαίνουν οι 50; Μπορώ να γράψω σωστά αυτές τις 50;», «Από τις συνδετικές φράσεις που έχω διδαχθεί, κατέχω γύρω στις 10 ώστε να μπορώ να εκφράσω τις ιδέες μου συνδέοντάς τες;» « Μπορώ να μεταδώσω στην ξένη γλώσσα σωστές βασικές πληροφορίες για μένα;», «Μέχρι το τέλος, του επόμενου μήνα, θα έχω εξασκηθεί σε περισσότερους διαλόγους καθημερινής φύσεως», κ.α.

Ανάλογα με το αν κατορθώνουμε να τους πετύχουμε ή όχι, καταλαβαίνουμε εμείς οι ίδιοι για το ρυθμό της προόδου μας και προσαρμόζουμε το διάβασμά μας.

  1. Τεστ; Ποιος μίλησε για τεστ;

 

Σας προκαλώ: Πείτε απλά τη λέξη «τεστ»! Το άκουσμά της και μόνο ηχεί σαν σειρήνα πολέμου στα αυτιά των μαθητών, επιφέροντας πανικό, ανεξαρτήτως της ηλικίας των μαθητών. «Ποια είναι τα SOS θέματα;» (θα επανέλθουμε εδώ!), «Πότε προλάβαμε να τα κατανοήσουμε για να γράψουμε τεστ;», «Δεν προλαβαίνω να διαβάσω!», «Πρέπει να μου δώσει κάποιος σημειώσεις γιατί είναι σίγουρα καλύτερες από τις δικές μου», «Λόγω άγχους, πάντα παθαίνω black-out στα τεστ, κι αυτό θα είναι ακόμα ένα!», «Θα πάρω το χειρότερο βαθμό στην τάξη!».

Δηλώνω ένοχη! Όλοι μας, όπως και εγώ, κάποια στιγμή αντιδράμε έτσι πριν γράψουμε ένα τεστ. Ας μην ξεχνάμε, όμως, σ’ αυτό το σημείο ότι τα τεστ είναι απλά ένας τρόπος αξιολόγησης των γνώσεων που πρέπει να έχουμε κατακτήσει μέχρι στιγμής καθώς και της γενικότερης προόδου μας. Προχωράμε; Μαθαίνουμε; Υπάρχει κάποιο λάθος που επαναλαμβάνουμε από τεστ σε τεστ και μάλλον δεν έχουμε καταλάβει;

 

Τα τεστ αποκαλύπτουν άμεσα το επίπεδο μας και τα σημεία που πρέπει να προσέξουμε περισσότερο. Ας τα αντιμετωπίζουμε ως δείκτες της προόδου μας και τίποτα περισσότερο!

 

  1. Κάνουμε συνέχεια το ίδιο πράγμα!

 

Όταν μαθαίνουμε κάτι νέο, όλοι μας συνήθως, επιλέγουμε να μελετήσουμε και να εξασκηθούμε με τον ίδιο τρόπο που μάθαμε κάτι παρόμοιο στο παρελθόν. Σκεφτόμαστε ότι  αφού αυτή η μέθοδος λειτούργησε στο παρελθόν, σίγουρα θα λειτουργήσει και τώρα.

 

Μμμμμ….κάτι τέτοιο, φοβάμαι πως δεν είναι απόλυτα σωστό! Ξεκινάμε συνήθως, με μια επαναλαμβανόμενη αντιγραφή νέων λέξεων, κλείνουμε και ανοίγουμε το βιβλίο, προσπαθώντας ενδιάμεσα να θυμηθούμε το νόημα μιας λέξης και λύνουμε σαν τρελοί ασκήσεις γραμματικής.

 

Οι παραδοσιακές αυτές μέθοδοι, επιφέρουν φυσικά κάποιο αποτέλεσμα αλλά δεν έχουν μέγιστη απόδοση. Πολύ απλά, γιατί ο εγκέφαλός μας είναι σχεδιασμένος για να εξελίσσεται μόνιμα. Δουλεύει καλύτερα με «νέα εργαλεία». Ας προσπαθήσουμε να αλλάξουμε τρόπο διαβάσματος, απλά ας το δοκιμάσουμε! Μπορούμε να ξεκινήσουμε να διαβάζουμε άρθρα στην ξένη γλώσσα και όχι μεμονωμένες λέξεις. Μπορούμε  να ακούσουμε διαλόγους στην ξένη γλώσσα όπου οι συνομιλητές χρησιμοποιούν για παράδειγμα τον παρελθοντικό χρόνο που εμείς προσπαθούμε να μάθουμε.

 

  1. Εστιάζουμε σε ένα σημείο.

 

Οι περισσότεροι από μας, συνήθως νιώθουμε ότι αν μάθουμε τέλεια τη γραμματική δομή μιας γλώσσας, θα μπορούμε άμεσα να τη μιλήσουμε. Ένα λάθος που επίσης πολλοί καθηγητές κάνουν. Αφιερώνουμε λοιπόν όλο μας το χρόνο πάνω στη γραμματική εξάσκηση, αφήνοντας όλα τα υπόλοιπα κομμάτια της γλώσσας για αργότερα.

 

Άλλοι, θεωρούν ότι ένα πλήρες λεξιλόγιο είναι ικανό να μας παρέχει τη γνώση που χρειαζόμαστε για να μπορούμε να χειριστούμε ικανοποιητικά μια ξένη γλώσσα. Χρησιμοποιούν λοιπόν κάθε βιβλίο λεξιλογίου που υπάρχει και αποστηθίζουν μεμονωμένα όσες περισσότερες λέξεις μπορούν, κι ας είναι ασύνδετες μεταξύ τους.

 

Μια ξένη γλώσσα, όμως έχει αρκετά κομμάτια τα οποία πρέπει να είμαστε σε θέση να χειριζόμαστε με άνεση. Όλα αυτά τα κομμάτια, η κατανόηση κειμένων, η ακουστική και προφορική εξάσκηση, η παραγωγή γραπτού λόγου προστίθενται σ’ αυτά που αναφέραμε και πρέπει να περπατάνε χεράκι-χεράκι. Πότε λίγο περισσότερο το ένα, πότε το άλλο..αλλά σε καμία περίπτωση δεν αφήνουμε ένα κομμάτι εξ’ ολοκλήρου για αργότερα!

 

  1. Μαθαίνουμε ασύνδετες μεταξύ τους λέξεις.

 

Τις αντιγράφουμε καμιά δεκαριά φορές, με τη μετάφρασή τους φυσικά δίπλα στα ελληνικά, και πριν γράψουμε συνήθως τεστ, κλείνουμε το βιβλίο μας και προσπαθούμε να επαναλάβουμε αυτές που αποστηθίσαμε. Το αποτέλεσμα; Έχουμε μάθει π.χ. τις λέξεις «αεροπλάνο», «ποτήρι», «επιχείρηση» και «παράθυρο», αυτές και άλλες πολλές!

 

Έτσι νομίζουμε τουλάχιστον..Όταν τις βλέπουμε μπροστά μας, δεν θυμόμαστε τη σημασία απ’ όλες τους.. αλλά το ακόμα χειρότερο είναι όταν χρειαστεί εμείς να χρησιμοποιήσουμε μία απ’ αυτές εκεί… χανόμαστε στο απόλυτο κενό! Που πήγαν όλες αυτές οι λέξεις που μάθαμε με τόσο κόπο;

 

Ενώ.. αν είχαμε μάθει εξαρχής να λέμε τη φράση.. π.χ « Ταξιδεύω για την επιχείρηση μου συχνά με αεροπλάνο και τοποθετώ το ποτήρι μου δίπλα από το παράθυρο», πιστέψτε με ότι θα θυμόμασταν- αν όχι όλες, τότε σίγουρα τις περισσότερες, απ’ αυτές που αναφέραμε. Αυτό συμβαίνει γιατί το μυαλό μας αποθηκεύει πολύ πιο εύκολα προτάσεις-και όχι μεμονωμένες λέξεις- γιατί οι προτάσεις εκφράζουν σκέψεις και ιδέες, κάτι που το μυαλό μας σίγουρα θα χρειαστεί να κάνει στο μέλλον, στη γλώσσα που μαθαίνουμε.

 

  1. Η Ιερά Γραμματική

 

Η Βίβλος του μαθητή. Το μόνο βιβλίο απ’ όλα που έχουμε πάντα μαζί μας. Αποστηθίζουμε όλους τους κανόνες  και μπορούμε σχεδόν να απαγγείλουμε όλες τις εξαιρέσεις. Δυστυχώς, προσπερνάμε τις περισσότερες φορές τα παραδείγματα που αναγράφονται, εφόσον τα θεωρούμε πραγματικά ασήμαντα. Προχωράμε στις ασκήσεις του κεφαλαίου που λύνουμε μανιωδώς για να είμαστε σίγουροι ότι καταλάβαμε το γραμματικό φαινόμενο το οποίο αναλύεται στο κεφάλαιο. Προχωράμε στο επόμενο κεφάλαιο, χωρίς να ρίξουμε ούτε μια ματιά πίσω, νιώθοντας τόσο περήφανοι που τα μάθαμε όλα τέλεια!

 

Σας θυμίζει κάτι όλο αυτό; Μάλλον ναι! Εδώ συναντάμε ένα πολύ συχνό λάθος, όχι μόνο των μαθητών αλλά και των καθηγητών τους. Θεωρούμε ότι η στεγνή εκμάθηση των κανόνων γραμματικής μπορεί να οδηγήσει στην κατανόηση αυτής της γλώσσας και στην παραγωγή της από μας τους ίδιους!

 

Μακάρι να ήταν έτσι! Δεν πρέπει ποτέ μα ποτέ να ξεχνάμε ότι η γραμματική μια γλώσσας συνδέει λέξεις με σκοπό να εκφραστεί ένα ολοκληρωμένο νόημα. Αν δεν γνωρίζουμε λέξεις λοιπόν, πως θα την χρησιμοποιήσουμε; Που ωφελεί να γνωρίζουμε ποιο χρόνο πρέπει να χρησιμοποιήσουμε για να μιλήσουμε για το παρελθόν όταν από μόνοι μας δεν μπορούμε με απλά λόγια να περιγράψουμε τη μέρα μας χθες?

 

Είναι προτιμότερο λοιπόν να μπορούμε να εκφραστούμε είτε γραπτά είτε προφορικά στην ξένη γλώσσα, κάνοντας γραμματικά λάθη, τα οποία θα διορθώνουμε σταδιακά παρά θεωρητικά να γνωρίζουμε σύνθετα γραμματικά φαινόμενα αλλά να μην μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε κανένα απ’ αυτά.

 

  1. Δεν διαβάζουμε για πράγματα που μας ενδιαφέρουν.

 

Σε όποια ηλικία και αν βρισκόμαστε όταν μαθαίνουμε μια ξένη γλώσσα, σίγουρα παράλληλα έχουμε κάποια χόμπυ που μας ενδιαφέρουν και ίσως τα εξασκούμε χρόνια. Για κάποιον από μας αυτό μπορεί να είναι το διάβασμα αστυνομικών βιβλίων, το σινεμά, ένα άθλημα ακόμα και το ψάρεμα. Πιστεύουμε ότι τα χόμπυ μας και η εκμάθηση μια ξένης γλώσσας είναι άσχετα μεταξύ τους.

 

Γιατί να μην κάνουμε μια προσπάθεια να ενώσουμε πράγματα που αγαπάμε και παράλληλα θέλουμε να εξασκήσουμε και τα δύο; Για παράδειγμα, αν μας αρέσει το διάβασμα λογοτεχνικών βιβλίων μπορούμε να ξεκινήσουμε να διαβάζουμε μικρότερα σε μέγεθος αλλά στην γλώσσα που μαθαίνουμε. Αν μας αρέσει να παρακολουθούμε ταινίες μπορούμε να βάλουμε υπότιτλους στη γλώσσα αυτή. Το ίδιο ισχύει για όλων των ειδών τα χόμπυ! Αντί να διαβάζουμε για αυτά ή να παίρνουμε οδηγίες στη μητρική μας γλώσσα, ας το κάνουμε στη γλώσσα στόχο μας. Το μυαλό μας διαβάζοντας πράγματα τα οποία βρίσκει ήδη ενδιαφέροντα έχει πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες να συγκρατήσει λέξεις και φράσεις.

 

  1. Δεν μιλάμε καθόλου την ξένη γλώσσα!

 

Οι περισσότεροι από εμάς δεν έχουμε κανένα πρόβλημα να κάνουμε ασκήσεις ή να διαβάζουμε γραμματική και λεξιλόγιο..αρχίζουμε να αποκτάμε ένα μικρό πρόβλημα όταν πρέπει να κάνουμε ακουστική εξάσκηση αλλά για τους περισσότερους από μας το πραγματικό πρόβλημα εμφανίζεται όταν ο δάσκαλός μας ή κάποιος άλλος μας μιλάει και περιμένει να του απαντήσουμε στη ξένη γλώσσα.

 

Ξεροκαταπίνουμε, κοκκινίζουμε και ξεφυσάμε! Δεν μπορούμε να αρθρώσουμε ούτε λέξη! Σκεφτόμαστε μια πρόταση στο μυαλό μας, την προετοιμάζουμε αλλά το στόμα μας παραμένει ερμητικά κλειστό. Δεν βγαίνει τίποτα!

 

Αυτό συνήθως συμβαίνει επειδή οι περισσότεροι από μας θεωρούμε ότι μόνο πριν δώσουμε κάποιες προφορικές εξετάσεις πρέπει να ξεκινήσουμε να μιλάμε αυτή τη γλώσσα, με αποτέλεσμα να μην κάνουμε καμία απολύτως εξάσκηση πριν από αυτή τη στιγμή. Και όπως είναι φυσικό ούτε εκείνη τη στιγμή μπορούμε να μιλήσουμε.

 

Ας μην ξεχνάμε ότι ο λόγος που μαθαίνουμε μια ξένη γλώσσα είναι η επικοινωνία. Και η επικοινωνία γίνεται κυρίως με τον προφορικό λόγο. Ας ξεκινήσουμε λοιπόν από την πρώτη μέρα να μιλάμε! Ναι! Φυσικά, κάνοντας λάθη! Αλλά μόνο αν μιλήσουμε θα έχουμε την ευκαιρία να τα κάνουμε και άρα να τα διορθώσουμε. Και βήμα – βήμα, φράση- φράση, ο προφορικός μας λόγος θα γίνεται όλο και πιο μεγάλος και με περισσότερες λεπτομέρειες σ’ αυτά που λέμε.

 

  1. Έχουμε υπερβολικά μεγάλες προσδοκίες.

 

Σίγουρα, ξεκινώντας να μαθαίνουμε μια ξένη γλώσσα, ανυπομονούμε να μπορούμε να μιλάμε, να διαβάζουμε, να καταλαβαίνουμε και να συνεννοούμαστε σ’ αυτή τη γλώσσα. Από την αρχή λοιπόν, ξεκινάμε και σκεφτόμαστε ότι «μέσα στον πρώτο μήνα θα ‘πρεπε ήδη να μπορώ να συστήνω τον εαυτό μου», «μέσα σε τρεις μήνες θα πρέπει να μπορώ να γράφω έκθεση σ’ αυτή τη γλώσσα», ή « Θα ‘πρεπε από τα πρώτα μαθήματα να μπορώ να καταλαβαίνω ό,τι ακούω σ’αυτή τη γλώσσα».

 

Σαν να μην έφταναν αυτοί οι υπέρμετροι στόχοι, παράλληλα ξεκινάμε να συγκρίνουμε τον εαυτό μας με άλλους μαθητές οι οποίοι είναι πιο γρήγοροι στην εξάσκηση ενός συγκεκριμένου κομματιού της γλώσσας.

 

Αυτές οι υπερβολικές προσδοκίες σε συνδυασμό με την άστοχη σύγκρισή μας με άλλους μαθητές μας κάνει μόνο να χάνουμε το κουράγιο μας και την πίστη στον εαυτό μας. Αρχίζουμε και πείθουμε εμείς οι ίδιοι τον εαυτό μας ότι εφόσον δεν κατορθώνουμε να ολοκληρώσουμε αυτούς τους «μικρούς» στόχους τότε δεν θα καταφέρουμε τίποτα μακροπρόθεσμα.

 

Ας είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας και ας αποδεχτούμε ότι κάθε προσπάθεια στην αρχή της είναι δύσκολη και ότι ο κάθε άνθρωπος χρειάζεται το δικό του χρόνο μάθησης. Ας θέτουμε συχνούς αλλά λογικούς στόχους των οπίων η επίτευξη θα μας γεμίζει μόνο με δύναμη και κουράγιο να συνεχίσουμε!

 

  1. Δεν παραμένουμε αποφασισμένοι.

 

Όταν ξεκινάμε να μαθαίνουμε μια ξένη γλώσσα, είμαστε απόλυτα σίγουροι για το νέο μας στόχο και είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε τα πάντα για να μάθουμε. Είμαστε έτοιμοι να χάσουμε τον ελεύθερό μας χρόνο και την ξεκούρασή μας. Κατά τη διάρκεια των πρώτων μηνών, ο ενθουσιασμός μας παραμένει αναλλοίωτος και μας δίνει δύναμη να προχωράμε.

 

Αντιμετωπίζοντας όμως σιγά σιγά, τις πρώτες μεγάλες δυσκολίες, αρχίζουμε και βαραίνουμε και νιώθουμε ότι αυτό που αποφασίσαμε μάλλον είναι πιο δύσκολο απ’ ο,τι περιμέναμε. Αρχίζουμε να αμφιβάλλουμε ότι είμαστε ικανοί να μάθουμε καλά αυτή την ξένη γλώσσα και τελικά αναρωτιόμαστε αν όλο αυτό αξίζει τον κόπο.

 

Οι περισσότεροι λοιπόν από μας, σ’ αυτό το σημείο τα παρατάμε! Τα παρατάμε πριν καλά καλά ξεκινήσουμε!

 

Πριν ξεκινήσουμε να μαθαίνουμε μια ξένη γλώσσα, όπως και κάθετι νέο, θα ήταν πραγματικά καλό να οχυρωθούμε με αποφασιστικότητα, επιμονή και υπομονή. Να αναμένουμε ότι θα υπάρξουν δυσκολίες και στιγμές που θα θέλουμε να σταματήσουμε. Εκείνες τις στιγμές, όμως ειδικά θα πρέπει να θυμόμαστε ότι όλοι οι άνθρωποι περνάνε ακριβώς από τα ίδια στάδια όταν μαθαίνουν κάτι νέο αλλά αυτό που οδηγεί στην επιτυχία δεν είναι η έλλειψη των μικρών αποτυχιών αλλά το πείσμα μας να τα καταφέρουμε!

 

 

Share This

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *